- Μάνης ή Μανιχαίος
- (Μαρντίνου ή Αφρούνια Μεσοποταμίας 216 – Γκουντεσαχπούρ 277 μ.Χ.). Πέρσης ιδρυτής της θρησκείας του μανιχαϊσμού (βλ. λ.). Καταγόταν από τη νότια Βαβυλωνία και ο πατέρας του Πατέκ ανήκε σε μια θρησκευτική κοινότητα (Μανταίοι ή Γνωστικοί), όπου συνήθιζαν το βάπτισμα και την εγκράτεια. Από τη μητέρα του, ο Μ. ήταν συγγενής της βασιλικής οικογένειας των Πάρθων. Σύμφωνα με την παράδοση, σε νεαρή ηλικία είδε σε όραμα έναν άγγελο ο οποίος τον παρότρυνε να κηρύξει τη νέα θρησκεία. Έτσι πήγε στην Ινδία, όπου το κήρυγμά του έγινε ευνοϊκά δεκτό και απέκτησε αρκετούς οπαδούς. Όταν γύρισε στην Περσία, κέρδισε τη συμπάθεια του βασιλιά Σαπώρ A’ (241-272), o οποίος τον άφησε ελεύθερο να κηρύττει τις θρησκευτικές του απόψεις στην αυτοκρατορία. Στα χρόνια όμως του βασιλιά Μπαχράμ A’ (274-277) καταδιώχθηκε από τους ιερείς του ζωροαστρισμού, φυλακίστηκε και σύντομα πέθανε από τα βασανιστήρια.
Dictionary of Greek. 2013.